- ἐπεστρατοπέδευσαν
- ἐπί-στρατοπεδεύωencampaor ind act 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επιστρατοπεδεύω — ἐπιστρατοπεδεύω (Α) στρατοπεδεύω απέναντι («ἐπεστρατοπέδευσαν oἱ περὶ τὸν Ἄννωνα τοῑς Ῥωμαῑοις» στρατοπέδευσαν απέναντι στους Ρωμαίους, Πολ.) … Dictionary of Greek